Αναλυτικότερα:
Δύο χρόνια μετά την εμφάνιση σε παγκόσμιο επίπεδο, του ιού SARS-CoV2 και της νόσου COVID-19, η επιστημονική γνώση αυξάνεται συνεχώς. Πλέον διαθέτουμε όλο και περισσότερα στοιχεία για τον τρόπο ανάπτυξης της νόσου και νέα ιατρικά δεδομένα προστίθενται στο διαρκή αγώνα αντιμετώπισης της.
Αρχικά, θεωρήθηκε ότι επρόκειτο για ένα ακόμα είδος λοίμωξης του αναπνευστικού συστήματος.
Με την πάροδο του χρόνου, διαπιστώθηκε ότι ο ιός είχε επιπλέον επιδράσεις και σε άλλα όργανα και συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού όπως η καρδιά, το ενδοθήλιο (το εσωτερικό των αγγείων), το νευρικό σύστημα κ.α.
Στην προσπάθειά της η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα να ανακαλύψει και να ερμηνεύσει το πώς ακριβώς ένας ιός μπορούσε να έχει τέτοια πολυεπίπεδη δράση στον ανθρώπινο οργανισμό, αλλά και να εξηγήσει γιατί διέφερε τόσο η νόσηση που προκαλούσε από άνθρωπο σε άνθρωπο, πολλές κλινικές μελέτες διεξήχθησαν και πολύτιμα ευρήματα και δεδομένα προέκυψαν, τα οποία έχουν πια αποδειχθεί και δημοσιευθεί σε ιατρικά επιστημονικά περιοδικά.
Γνωρίζουμε πλέον ότι ο SARS-CoV2 προκαλεί τα συμπτώματα που παρατηρούμε στις περιπτώσεις σοβαρής νόσησης ή ακόμα και θανάτου, μέσω μιας “καταιγίδας κυτοκινών”.
Προκαλεί δηλαδή την υπερπαραγωγή συγκεκριμένων ουσιών από το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή, με αποτέλεσμα την αρνητική τελικώς επίδραση στον ίδιο τον πάσχοντα οργανισμό αλλά και την ελαττωμένη και καθυστερημένη παραγωγή ουσιών από το ανοσοποιητικό του, που φυσιολογικά θα δρούσαν προς όφελος του.